Νομιμότητα υπό αμφισβήτηση: η απόφαση για την κατάργηση της επικουρίας
Όταν η οικονομική δυσπραγία δεν μπορεί να νομιμοποιεί την κατάργηση δικαιωμάτων
Πρόσφατα, οι συνταξιούχοι μέλη του Ταμείου Αρωγής PALSO ενημερωθήκαμε αιφνιδίως ότι η Γενική Συνέλευση του Ιουνίου 2025 αποφάσισε την κατάργηση της επικουρικής παροχής, επικαλούμενη οικονομικές δυσκολίες, απώλεια αποθεματικών από την κατάρρευση της Ασπίς Πρόνοια, το PSI και «αναλογία εργαζομένων προς συνταξιούχους». Η επίκληση όμως οικονομικής δυσπραγίας δεν επαρκεί για να δικαιολογήσει μια τόσο σοβαρή απόφαση, ιδίως αν δεν έχει προηγηθεί αναλογιστική μελέτη ή έλεγχος από ορκωτούς λογιστές που να πιστοποιεί την πραγματική κατάσταση των οικονομικών του Ταμείου.
Η απόφαση αυτή δεν είναι απλώς οδυνηρή. Είναι νομικά και ηθικά αμφισβητήσιμη.
Το άρθρο 6 του Καταστατικού του Ταμείου Αρωγής ορίζει ρητά ότι κάθε μέλος που έχει καταβάλει εισφορές «δικαιούται λήψης επικουρίας».
Η διάταξη αυτή δεν εκφράζει ευχή, αλλά θεσπίζει υποχρέωση του Ταμείου προς τα μέλη του. Με βάση τον Αστικό Κώδικα (άρθρα 361, 174–180, 281), η παροχή αυτή έχει χαρακτήρα έννομης αξίωσης, δηλαδή περιουσιακού δικαιώματος, που δεν μπορεί να καταργηθεί μονομερώς.
Η νομολογία του Αρείου Πάγου είναι απολύτως σαφής:
ΑΠ 1780/2006: Οι καταστατικές διατάξεις που θεμελιώνουν δικαιώματα των μελών δεν μπορούν να τροποποιηθούν εις βάρος τους χωρίς τη συναίνεσή τους.
ΑΠ 1152/2011: Η κατάργηση ή μεταβολή παροχών που αποτελούν αποτέλεσμα εισφορών των μελών, αντίκειται στις αρχές της καλής πίστης και καθιστά την απόφαση άκυρη.
Ακόμη κι αν τηρήθηκε η προβλεπόμενη απαρτία και η πλειοψηφία των 3/4, η Γενική Συνέλευση δεν νομιμοποιείται να καταργεί δικαιώματα που έχουν ήδη θεμελιωθεί. Μπορεί να ρυθμίζει, να προσαρμόζει, να εξορθολογίζει, όχι όμως να καταργεί υποχρεώσεις του Ταμείου που αποτελούν αντάλλαγμα ετών εισφορών των μελών. Η επικουρία δεν είναι χάρη, είναι συμβατική υποχρέωση και κάθε απόφαση αντίθετη σε αυτή την αρχή στερείται νομικής ισχύος.

(Συνταξιούχου, μέλους του Ταμείου Αρωγής PALSO)
Η προστασία αυτή απορρέει από τα άρθρα 22, 25 και 17 του Συντάγματος, που κατοχυρώνουν την κοινωνική ασφάλιση και το δικαίωμα στην περιουσία. Η κατάργηση μιας παροχής για την οποία έχουν καταβληθεί εισφορές αποτελεί παραβίαση αυτών των αρχών και προσβάλλει τη δικαιολογημένη εμπιστοσύνη των ασφαλισμένων. Πέρα από τη νομική διάσταση, η απόφαση αυτή κινδυνεύει να έχει διαλυτικό αποτέλεσμα για το ίδιο το Ταμείο. Όταν ένας οργανισμός που ιδρύθηκε για να στηρίζει τους ανθρώπους του παύει να παρέχει τις υπηρεσίες που τον δικαιολογούν, τότε υπονομεύει την ίδια του την ύπαρξη. Η εμπιστοσύνη των μελών δεν οικοδομείται με περικοπές, αλλά με διαφάνεια, ευθύνη και σεβασμό στις θεμελιώδεις αρχές του δικαίου.
Ως μέλος του Ταμείου, δεν γράφω για να καταδικάσω πρόσωπα, αλλά για να υπερασπιστώ θεσμούς και δικαιώματα. Η οικονομική δυσπραγία δεν μπορεί να νομιμοποιεί την παραβίαση του καταστατικού. Καλώ το Διοικητικό Συμβούλιο του Ταμείου να επανεξετάσει την απόφασή του υπό το φως της νομιμότητας, της λογικής και της ηθικής τάξης, ώστε το Ταμείο να παραμείνει θεσμός στήριξης, όχι απογοήτευσης.
